Η «ινφοδημία» και η μάχη κατά της πανδημίας

Για εμάς, η παράλληλη μάχη ενάντια στην παραπληροφόρηση κάνει ακόμη πιο δύσκολη την αντιμετώπιση της πανδημίας. Από την άλλη, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όλο αυτό δεν οφείλεται μόνο στην υπεραφθονία πληροφοριών, τη μαζικότητα και τις δυναμικές του διαδικτύου και την εμμονή κάποιων να ιδεολογικοποιούν τα πάντα. Εν μέρει οφείλεται και στο ότι η ίδια η επιστήμη δεν έχει φτάσει ακόμη σε μια καθολική, κοινή και οριστική περιγραφή της πανδημίας: σαφή και λεπτομερή χαρακτηριστικά του ιού, εξάπλωση, θεραπεία και πρόληψη. Σε κάθε περίπτωση, η πανδημία θα πρέπει να αντιμετωπιστεί, από όλους μας, με ψυχραιμία, ευπρέπεια, υπευθυνότητα και σοβαρότητα. Η ποινικοποίηση των απόψεων (ακόμη και των πιο ακραίων) και ο αυταρχισμός, όπως αναφέραμε σε προηγούμενη ανάρτηση, όχι μόνο δεν βοηθούν, αλλά φέρνουν τα αντίθετα αποτελέσματα γιατί πυροδοτούν αντιδράσεις που ενισχύουν την απείθεια με άμεση συνέπεια να ενθαρρύνουν την αποχή των ανθρώπων από πρακτικές (όπως ο μαζικός εμβολιασμός) που θα μπορούσαν να ελαχιστοποιήσουν τη διασπορά, ώστε να αρθούν οριστικά όλα τα περιοριστικά μέτρα.

Η άρνηση του ιού και η ανάγκη ορθοκρισίας

Όλα τα παραπάνω συνθέτουν ένα παζλ ελιτισμού, αντιλαϊκισμού, ναρκισσισμού και θυμικού στοιχείου που αναπαράγει άλογες στάσεις και συμπεριφορές. Στην ουσία οι συνωμοσιολόγοι έχουν την ανάγκη να αισθάνονται εκτός συρμού, εκτός αρχών, εκτός συστήματος. Θέτουν, συνεπώς, τον εαυτό τους «μακράν της χειραγωγημένης μάζας», αποστρέφονται μετά βδελυγμίας την ίδια την κοινωνία που υποτίθεται ότι, την ίδια στιγμή, υπερασπίζονται. Ενδεχομένως, αυτές οι μικρές ψευδαισθήσεις διαύγειας που θέτουν εαυτόν απέναντι στον «εύπιστο» και «ανόητο» όχλο, κάνουν κάποιους να αισθάνονται ξεχωριστοί και ανώτεροι. Στην πραγματικότητα, οι ίδιοι οι συνωμοσιολόγοι, περισσότερο εκφράζουν την άρνησή τους να αποδεχτούν ότι πλέον έχει έρθει η στιγμή όπου κάποια έθιμα, εκδηλώσεις και συνήθειες (όπως λ.χ. τα πανηγύρια, τα πάρτι και οι γιορτές) θα πρέπει είτε να ξεχαστούν προσωρινά, είτε να περιοριστούν, ενδεχομένως για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Τεχνική και φιλοσοφικός στοχασμός

Βλέπουμε λοιπόν ότι ο άνθρωπος είναι ένα ον που γεννά και παράγει. Ως Homo Faber κατασκευάζει εργαλεία κι αντικείμενα που βρίσκονται στη διάθεσή του, τον προστατεύουν και πολλαπλασιάζουν τη ισχύ του. Όταν όμως γεννά δραπετεύει από τη σφαίρα της παραγωγής όχι για να κατασκευάσει κάτι, αλλά για να δημιουργήσει κάποιον. Η τεχνική ανήκει στον κόσμο της παραγωγής, δεν δημιουργεί, αλλά κατασκευάζει. Σχεδιάζει εργαλεία και αντικείμενα των οποίων ο σκοπός εξαντλείται κατά τη χρήση τους. Η γέννηση και η παραγωγή φαίνεται να επισημαίνουν δύο αντίθετα σημασιολογικά σύμπαντα. Ωστόσο, η τεχνική στην εσωτερική της κίνηση φαίνεται πως τείνει συνεχώς να δημιουργεί «γενιές». Η τεχνική δράση εξακολουθεί να είναι μια ανθρώπινη δράση και όπως κάθε ανθρώπινη δράση χαρακτηρίζεται από παραγωγή. Η έλευση της τεχνητής νοημοσύνης μοιάζει ο ιδανικός ρυθμιστής μιας τεχνικής που, υπό μια έννοια, ανθρωποποιείται: όπου το εργαλείο παύει να είναι ή να εκλαμβάνεται ως τέτοιο και γίνεται ένα «εγώ» που τώρα αντιμετωπίζει το «εσύ».

Η Ανατολική Μεσόγειος και ο πολιτικός ρεαλισμός

Για την ανάλυσή μας, πάνω στα ελληνοτουρκικά, ανατρέξαμε στον προφητικό λόγου του Παναγιώτη Κονδύλη[11], ενώ αναφερθήκαμε σε δυο εμβληματικές μορφές της κλασικής σκέψης στο πεδίο του πολιτικού ρεαλισμού, τον Αυγουστίνο και τον Morgenthau. Αν και οι δυο τελευταίοι εστίασαν στη φύση του ανθρώπου, τα συμπεράσματά τους υπήρξαν αρκετά διαφορετικά. Για τον Αυγουστίνο ο άνθρωπος – που μπορεί να είναι εντελώς αμαρτωλός ή μερικώς καλός, ή εν μέρει κακός- μπορεί με προσπάθεια να βελτιωθεί. Αντιθέτως για τον Morgenthau, αν και μοιράζεται τον σκεπτικισμό του Αυγουστίνου περί κακής ανθρώπινης φύσης και έμφυτου εγωισμού, αδιαφορεί (κατά βάση) για το ενδεχόμενο κάποιας βελτίωσης του ανθρώπου και στοχεύει περισσότερο στα αντίμετρα και στα αντίβαρα που θα μπορούσαν να αποτρέψουν τον άνθρωπο από το να αναπτύξει τα αρνητικά του στοιχεία. Καταλήγοντας, το ουσιαστικό πρόβλημα της Τουρκίας του 21ου αιώνα, όπως προαναφέραμε, είναι η τραγικότητα της θέσης της.

Evandro Agazzi – Η ελληνική έννοια της επιστήμης ως πλήρης γνώση

Μπροστά σε αυτή την κατηγοριοποίηση, δεν είναι δύσκολο να συνειδητοποιήσουμε ότι η σύγχρονη έννοια της επιστήμης έχει περιοριστεί σχεδόν αποκλειστικά σε δύο από τις κλασικές επιστήμες, τα μαθηματικά και τις φυσικές επιστήμες. Αυτό, σε τελική ανάλυση, θα ήταν ένα ιστορικό φαινόμενο χωρίς πολλές αρνητικές συνέπειες, εάν δεν συνοδεύονταν από το γεγονός ότι όλες οι υπόλοιπες κλασικές επιστήμες, οι οποίες όπως έχουμε επανειλημμένα τονίσει κάλυπταν...

Η Αγία Σοφία και το αναίμακτο πλήγμα στη Δύση

Άρα, ο τόπος, όπως νοείται εδώ, δεν απλώς εκείνο το μέρος που έρχεται σε αντίθεση με τον γεωμετρικό χώρο. Όπως λ.χ. μια στατική γεωμετρική φιγούρα είναι αντίθετη στην κίνηση, μια ανείπωτη λέξη είναι αντίθετη αυτής που έχει ειπωθεί ή ο ήχος της φωνής είναι αντίθετος της σιωπής. Είναι τόπος ανθρωπολογικός[7] με τη συμβολική έννοια: συνδέεται άρρηκτα με την ταυτότητα των ανθρώπων, ως ένα σύνολο μεταξύ τους σχέσεων συνδεδεμένων με ένα μείζον ιστορικό γεγονός, όπως η ανέγερση ενός ναού (εν προκειμένω συμβόλου της ορθοδοξίας). Συνεπώς, η νομική κυριαρχία – η όποια είναι αναγκαστικά στενά εξαρτημένη από την υλική/γεωγραφική υπόσταση της επικράτειας – για τον πιστό, χάνει την αξία της όταν το ζήτημα, είναι ζήτημα «καρδιάς». Θα μπορούσε κανείς να πει ότι, ακολουθώντας την παραπάνω συλλογιστική, δικαίως ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν συχνά πυκνά στο πρόσφατο παρελθόν έχει μιλήσει για τα «σύνορα της καρδιάς του» που εκτείνονται στα βάθη της μεσογείου.